Ολοκληρώθηκε με μεγάλη επιτυχία το 13ο Εθνικό Συνέδριο των Ήπιων Μορφών Ενέργειας του Ινστιτούτου Ηλιακής Τεχνικής σε συνδιοργάνωση με το Εργαστήριο Ήπιων Μορφών Ενέργειας & Προστασίας Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (ΠαΔΑ).
Στο Συνέδριο παρουσιάστηκαν περισσότερες από εκατό (100) Επιστημονικές Εργασίες σε Θέματα Αξιοποίησης των Ανανεώσιμων και Ήπιων Μορφών Ενέργειας και σε Θέματα Εξοικονόμησης-Ορθολογικής Χρήσης της Ενέργειας σαν ένα βασικό εργαλείο της επιχειρούμενης πράσινης αλλά και κοινωνικά δίκαιης ενεργειακής μετάβασης.
Ανάμεσα στα κεντρικά θέματα του Συνεδρίου, που αποτέλεσε επίσης και βασικό θέμα της συζήτησης «στρογγυλής τράπεζας» περιλαμβάνεται και ο «Ενεργειακός Σχεδιασμός της Χώρας με το Βλέμμα στο 2030». Ένα από τα κυριότερα ερωτήματα που τέθηκαν και στην ουσία ζητάνε σχετική απάντηση είναι με ποιο ρεαλιστικό τρόπο θα εξασφαλιστεί η αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης όταν με βάση τα αριθμητικά δεδομένα του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ (Οκτώβριος 2023) θα απαιτηθούν εκτάσεις όσο περίπου η Πάρος (εμβαδόν 196.3 km2) για την εγκατάσταση των επίγειων αιολικών πάρκων και όσο η Σαντορίνη (76.2 km2) μαζί και η Μύκονος (105.2 km2) για την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών πάρκων, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ. Πιο συγκεκριμένα σε σχετική παρουσίαση του καθηγητή του ΠαΔΑ Δρ Ιωάννη Καλδέλλη τέθηκαν τα εξής θέματα/ερωτήματα σχετικά με (Α) την έκταση των απαιτούμενων εγκαταστάσεων, (Β) το ύψος των απαραίτητων επενδύσεων και (Γ) τη διαχείριση της παραγόμενης ενέργειας.
(Α) Λαμβάνοντας υπόψιν ότι το 2030 θα πρέπει να βρίσκονται -σύμφωνα με το ΕΣΕΚ- σε λειτουργία 7600 MW επίγειων αιολικών πάρκων (ΑΠ), εκτιμάται ότι απαιτείται δέσμευση εκτάσεων υψηλού αιολικού δυναμικού και τήρησης ανάλογων περιβαλλοντικών περιορισμών περίπου 140 έως 200 km2, που αντιστοιχεί έως το 0.15% της συνολικής έκτασης της χώρας μας ή περίπου έκτασης ίσης με την έκταση της όμορφης Πάρου! Επιπλέον, για την εγκατάσταση του συνόλου της εκτιμώμενης φωτοβολταϊκής (Φ/Β) ισχύος των 13400 ΜWp απαιτούνται εκτάσεις περίπου 130 έως 170 km2, δηλαδή να καλυφθούν ΠΛΗΡΩΣ με Φ/Β πλαίσια εκτάσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν έως 0.13% της έκτασης της χώρας μας με κατάλληλο προσανατολισμό και ανάλογη κλίση. Οι εκτάσεις αυτές αντιστοιχούν στη συνολική έκταση της φημισμένης Μυκόνου και της μαγευτικής Σαντορίνης, που και τελικά δεν επαρκούν γιατί δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις κατάλληλου προσανατολισμού και κατάλληλης κλίσης ως προς το οριζόντιο.
(Β) Επιπλέον, η επίτευξη του στόχου της εγκατεστημένης αιολικής ισχύος των 7600 MW (έως το 2030) απαιτεί να εξετασθεί σε μεγαλύτερο βάθος η δυνατότητα υλοποίησης νέων αιολικών πάρκων περίπου 4000 ΜWe την επόμενη επταετία σε περιοχές που σε μεγάλο ποσοστό δεν θα έχουν εκ των πραγμάτων και το υψηλότερο αιολικό δυναμικό, γεγονός που θα απαιτήσει επενδύσεις της τάξεως των περίπου 6 δις ευρώ και μια μέση ετήσια προσθήκη 500 έως 600 MWe εγχώριας αιολικής ισχύος. Παράλληλα, θα πρέπει να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της αποξήλωσης τουλάχιστον 1300 MWe παλαιών ανεμογεννητριών (Α/Γ), πού έχουν εγκατασταθεί έως και το τέλος του 2010, και η σωστή διαχείριση των σχετικών αποβλήτων. Αντίστοιχα, η υλοποίηση του στόχου εγκατάστασης 13400 MWp Φ/Β συστημάτων έως το 2030, προϋποθέτει προσθήκες 6300 MWp νέων Φ/Β εγκαταστάσεων την περίοδο 2024-2030, γεγονός που απαιτεί επενδύσεις περίπου 4 δις ευρώ μόνο για την υλοποίηση των σχετικών εγκαταστάσεων, χωρίς τα πιθανά έργα υποδομής. Τέλος, ο στόχος για τη λειτουργία υπεράκτιων αιολικών πάρκων 1900 ΜWe στο τέλος του 2030 προϋποθέτει -πέραν των άλλων- πρόσθετες επενδύσεις έως και 8 δις ευρώ.
Συνεπώς, αθροιστικά η υλοποίηση των αιολικών και φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων στη χώρα μας σύμφωνα με τις προβλέψεις του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ απαιτούν αφενός συνολικές επενδύσεις περίπου 18 δις ευρώ εκ των οποίων το 75% περίπου θα διοχετευθεί σε εισαγωγές του απαραίτητου εξοπλισμού αφετέρου δέσμευση τουλάχιστον του 0.3% της χώρας μας σε περιοχές με κατάλληλο αιολικό δυναμικό και κατάλληλο προσανατολισμό/κλίση, συνεπώς δεν επαρκούν εκτάσεις όσο τα νησιά Πάρος, Μύκονος και Σαντορίνη μαζί.
(Γ) Εάν υποτεθεί στη συνέχεια ότι πράγματι υλοποιούνται οι φιλόδοξοι στόχοι του ΕΣΕΚ, στην περίπτωση αυτή η μέγιστη μη ελεγχόμενη (στοχαστική ή μεταβαλλόμενη) ισχύς των ΑΠΕ θα ισούται με περίπου 23000 ΜWe, όταν η μέση ζήτηση ηλεκτρικής ισχύος στο ηπειρωτικό σύστημα δεν υπερβαίνει το 2023 τα 5700 ΜWe και ίσως φτάσει (σύμφωνα με το ΕΣΕΚ) το 2030 τα 7500 ΜWe με αντίστοιχη μέγιστη πρόσφατη ζήτηση ίση με 10400 ΜWe το μεσημέρι της 26ης Ιουλίου 2023. Επιπλέον, να τονισθεί ότι η Φ/Β παραγωγή είναι διαθέσιμη ΜΟΝΟ την ημέρα και μεγιστοποιείται τις μεσημεριανές ώρες, ενώ η αιολική παραγωγή ακολουθεί τελείως στοχαστική συμπεριφορά. Άμεσο αποτέλεσμα της εν λόγω ιδιομορφίας είναι η μεγάλη πιθανότητα υπερπαραγωγής των ΑΠΕ ιδίως κατά τη διάρκεια της ημέρας, γεγονός που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε απορρίψεις/περικοπές παραγωγής. Ήδη σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα των ήδη εγκατεστημένων (ΑΠ+Φ/Β) 12300 ΜWe, το πρώτο τετράμηνο του 2024 καταγράφονται απορρίψεις περίπου 200 GWhe λόγω υπερβολικής παραγωγής και περιορισμένης ζήτησης, που ισοδυναμούν με απώλειες ενεργειακών εσόδων περίπου 15,000,000 ευρώ. Η εξέλιξη αυτή ήταν βέβαια αναμενόμενη και προφανώς θα επιδεινωθεί, καθώς ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν επί 20-ετία τα νησιωτικά δίκτυα της χώρας μας, επιβάλλοντας περικοπές λειτουργίας αιολικών πάρκων συχνά σε επίπεδο έως 40% της αναμενόμενης παραγωγής.
Η αναμενόμενη υπερπαραγωγή των μη ελεγχόμενων ΑΠΕ, σε συνδυασμό με τη χαμηλή παραγωγή κάποιες άλλες χρονικές περιόδους του έτους καθιστά απολύτως επιτακτική την επιτάχυνση υλοποίησης συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας. Απορία προκαλεί σε ένα βαθμό η ΜΗ αξιοποίηση των υποδομών και της εμπειρίας από τη διαθέσιμη ισχύ αντλησιοταμίευσης στη Σφηκιά και στο Θησαυρό συνολικής ισχύος 700 MWe.
(Απόσπασμα από την Επιστημονική Ανακοίνωση των κ.κ. Καλδέλλη Ιωάννη και Κτενίδη Παναγιώτη με τίτλο «2030-Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Αναπτυξιακό Όραμα ή Ριψοκίνδυνη Ουτοπία;» 13ο Εθνικό Συνέδριο για τις Ήπιες Μορφές Ενέργειας, https://www.sealab–iht–confer2024.com/)
Με βάση και την ανάλυση αυτή είναι σημαντικό να γίνει αναπροσαρμογή του ΕΣΕΚ σε ένα πιο ρεαλιστικό και πιο κοντά στην πραγματικότητα σενάριο, λαμβάνοντας υπόψιν τις συνέπειες και τα οφέλη των σεναρίων ΚΑΙ σε τοπικό επίπεδο (επίπεδο εγκατάστασης), που να αποτελέσει τον οδηγό για τη λήψη επιμέρους αποφάσεων σε θέματα ενεργειακής πολιτικής τα επόμενα χρόνια.
